Τι είναι η βλεφαρόπτωση;
H βλεφαρόπτωση περιγράφει μια πτώση του ενός ή και των δύο άνω βλεφάρων.
Ποιες είναι οι αιτίες της βλεφαρόπτωσης;
Μια βλεφαρόπτωση μπορεί να είναι παρούσα κατά τη γέννηση (συγγενής βλεφαρόπτωση) ή να προκληθεί αργότερα στη ζωή (επίκτητη βλεφαρόπτωση). Μια συγγενής βλεφαρόπτωση οφείλεται σε μια ανωμαλία του μυός που σηκώνει το βλέφαρο (τον ανελκτήρα μυ). Στην περίπτωση αυτή, ο μυς ούτε συσπάται ούτε χαλαρώνει κανονικά.
Μια επίκτητη βλεφαρόπτωση έχει πολλές αιτίες που περιλαμβάνουν τα ακόλουθα :
- Προχωρημένη ηλικία: με το χρόνο ο τένοντας του ανελκτήρα μυός εντός του βλεφάρου αποκολλάται από τη θέση του, οδηγώντας σε μια πτώση του άνω βλεφάρου.
- Νευρολογική νόσος: μια βλεφαρόπτωση μπορεί να οφείλεται σε δυσλειτουργία του νεύρου που ελέγχει τον ανελκτήρα μυ.
- Νόσος των μυών (μυοπάθεια): εγγενείς ασθένειες του μυός (οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τον ανελκτήρα μυ και τους μύες που κινούν τον οφθαλμό και το πρόσωπο) είναι σπάνιες, και μπορούν επίσης να προκαλέσουν διπλωπία, π.χ. η μυασθένεια gravis.
Ποια είναι τα συμπτώματα της βλεφαρόπτωσης;
H βλεφαρόπτωση δεν τείνει να προκαλεί συμπτώματα έως ότου το βλέφαρο παρεμποδίζει το οπτικό πεδίο του ασθενούς (μειωμένη περιφερική όραση). Τα συμπτώματα τείνουν να είναι χειρότερα όταν ο ασθενής κοιτάζει ψηλά, ή όταν είναι κουρασμένος. Μια αντισταθμιστική προσπάθεια γίνεται για να ανεβάσει ο ασθενής τα βλέφαρα γίνεται με την ανύψωση των φρυδιών, και αυτό μπορεί από μόνο του να οδηγήσει σε άλγος πάνω από τα φρύδια ή σε έντονη κεφαλαλγία.
Είναι η βλεφαρόπτωση μια σοβαρή κατάσταση;
Από μόνη της, μια πτώση του άνω βλεφάρου δεν αποτελεί σοβαρή απειλή για την όραση. Ωστόσο, η βλεφαρόπτωση μπορεί σπάνια να αποτελεί ένδειξη κάποιας άλλης υποκείμενης διαταραχής (νευρολογική νόσος ή γενικευμένη ασθένεια των μυών του προσώπου) και για το λόγο αυτό όλοι οι ασθενείς με βλεφαρόπτωση θα πρέπει να αξιολογούνται από έναν ειδικό Οφθαλμοπλαστικό χειρουργό.
Ποια είναι η θεραπεία για την βλεφαρόπτωση;
Αν η βλεφαρόπτωση προκαλεί σημαντική ασυμμετρία ή αρχίζει να επηρεάζει το οπτικό πεδίο, συνιστάται χειρουργική αντιμετώπιση. Η κατάλληλη επέμβαση, και ο βαθμός στον οποίο πρέπει να αρθούν τα βλέφαρα, εξαρτάται από την υποκείμενη αιτία και τα ευρήματα της εξέτασης του ασθενούςπου σχετίζονται με την κατάσταση και τη φυσική λίπανση της πρόσθιας επιφάνειας του οφθαλμού.
Στην πιο κοινή μορφή της βλεφαρόπτωσης, η οποία είναι η σχετιζόμενη με την ηλικία, η χειρουργική επέμβαση διαρκεί περίπου 45 λεπτά και πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία. Αυτή η χειρουργική επέμβαση περιλαμβάνει την δημιουργία μιας λεπτής τομής στο βλέφαρο και την επανατοποθέτηση του ανελκτήρα μυός στη φυσιολογική του θέση εντός του βλεφάρου με απορροφήσιμα ράμματα. Ένας οφθαλμικός επίδεσμος τοποθετείται για μία ημέρα, και χορηγούνται μια αντιβιοτική αλοιφή και τεχνητά δάκρυα για τη μείωση του κινδύνου μετεγχειρητικής λοίμωξης και ξηρότητας του οφθαλμού. Μια επανεξέταση είναι απαραίτητη 2 εβδομάδες μετά την επέμβαση.
Όταν η βλεφαρόπτωση συνδέεται με κακή κινητικότητα του βλεφάρου από τη κάτω βλεμματική θέση έως την άνω βλεμματική στροφή, μπορεί να απαιτηθεί μια πιο περίπλοκη χειρουργική επέμβαση με κάποιο μόνιμο ράμμα ή άλλο υλικό, το οποίο συνδέει το βλέφαρο με το φρύδι. Αυτό αναφέρεται ως χειρουργική επέμβαση ‘’ανάρτησης του βλεφάρου στο μετωπιαίο μυ".
Κλινική πορεία μετά τη χειρουργική επέμβαση
Οίδημα βλεφάρου και σε έναν βαθμό εκχύμωση είναι συχνή μετά τη χειρουργική επέμβαση, αλλά συνήθως αποκαθίσταται εντός 2 εβδομάδων και μπορεί να μειωθεί με τη χρήση κρύων επιθεμάτων. Ενίοτε, η αισθητικότητα στο εσωτερικό του βλεφάρου μπορεί να διαταραχθεί, με μια σταδιακή επιστροφή στη φυσιολογική αισθητικότητα.
Κίνδυνοι της χειρουργικής επέμβασης της πτώσης
Όλες οι χειρουργικές επεμβάσεις εγκυμονούν κινδύνους. Σε εγχείρηση βλεφαρόπτωσης οι πιο συνηθισμένοι κίνδυνοι είναι η υποδιόρθωση και η υπερδιόρθωση, που καταγράφονται σε 5-10 % του συνόλου των ασθενών, παρά την ικανοποιητική θέση του βλεφάρου κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης. Μεταξύ των δύο, η υποδιόρθωση (εμμένουσα πτώση, ή υποτροπιάζουσα πτώση μερικές εβδομάδες μετά την επέμβαση) είναι η πιο κοινή. Η υπερδιόρθωση είναι λιγότερο συχνή, αλλά μπορεί να είναι πιο σοβαρή, λόγω του αυξημένου κινδύνου της ξηρότητας της επιφάνειας του οφθαλμού, και της αποτυχίας του οφθαλμού να κλείσει τελείως, όταν κοιμάται ο ασθενής. Κάθε ένα από αυτά μπορεί να διορθωθεί, αν είναι απαραίτητο, με περαιτέρω χειρουργική επέμβαση.
Σε ασθενείς με συγγενή βλεφαρόπτωση ή μυοπάθεια, περαιτέρω κίνδυνοι περιλαμβάνουν μια εμμένουσα αδυναμία να κλείσουν τελείως το μάτι, κατά τη διάρκεια του ύπνου. Όλοι οι ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση πτώσης πρέπει να επανεξετάζονται εντός 2 εβδομάδων μετά την επέμβαση, και ξανά λίγες εβδομάδες αργότερα.
Πρόσθετοι κίνδυνοι περιλαμβάνουν:
- Λοίμωξη
- Ερεθισμός από τα ράμματα ή τα συντηρητικά στις συνταγογραφούμενες σταγόνες.
Οphthalmological Research Center
Βασιλίσσης Σοφίας 64, 3ος-6ος όροφος
Τηλ: 210 7295000
Fax: 210 3622245
info@eyeclinic.com.gr